- παραδαρθανω
- παραδαρθάνωπαρα-δαρθάνω(aor. 2 παρέδαρθον - эп. παρέδρᾰθον; эп. inf. παραδραθέειν) вместе или рядом спать
(τινί Hom.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
(τινί Hom.)
Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. Дворецкий И.Х.. 1958.
παραδαρθάνω — Α κοιμάμαι κοντά σε κάποιον, στο πλευρό του. [ΕΤΥΜΟΛ. < παρ(α) * + δαρθάνω «κοιμάμαι] … Dictionary of Greek
παραδαρθεῖν — παραδαρθάνω sleep beside aor inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδραθεῖν — παραδαρθάνω sleep beside aor inf act (attic epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παραδραθέειν — παραδαρθάνω sleep beside aor inf act (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παρέδραθεν — παραδαρθάνω sleep beside aor ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)